εὐτέλειαν

εὐτέλειαν
εὐτέλεια
having little to pay
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • DONATIONES Scenicae — olim in auro fiebant, accipiebantqueve Histriones, praeter mercedem Lege definitam aut pacto convento, loco antiquarum coronarum scenicarum, quae viles admodum erant, coronas ex auro, item argento, uti quidem Casaub. monet ad Lamprid. in Alex.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • SOLEA — I. SOLEA Graece Σωλέας, apud Codinum de Officiis c. 17. At Partriarcha, apud Soleam Stans, recitat orationem, pars Aedis sacrae est, Bemati et Amboni proxima, qualis vero, non adeo liquet. Meursio fuit thronus seu solium, e quo fidelibus olim S.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ευτέλεια — η (ΑΜ εὐτέλεια, Α και ιων. τ. εὐτελίη) [ευτελής] 1. το να είναι κάτι φθηνό, η φθήνια, η χαμηλή τιμή 2. χυδαιότητα, προστυχιά, ποταπότητα, μικροπρέπεια, μικρότητα («ευτέλεια συμπεριφοράς, χαρακτήρα» κ.λπ.) μσν. 1. περιφρόνηση, καταφρόνηση 2. (με… …   Dictionary of Greek

  • προς — πρός ΝΜΑ, επικ. τ. προτί, κρητ. τ. πορτί, αργείος τ. προτ(ί), παμφυλιακός τ. περτ(ί), αιολ. τ. πρές Α (πρόθεση, κύρια, μονοσύλλαβη, η οποία, γενικά, συντάσσεται με γενική, δοτική και αιτιατική και δηλώνει την από τόπου κίνηση, τη στάση σε τόπο… …   Dictionary of Greek

  • προσεθίζω — Α [ἐθίζω]·1. συνηθίζω κάποιον σε κάτι («τοὺς νέους... καρτερίαν καὶ εὐτελείαν προσεθίζων», Ξεν.) 2. παθ. προσεθίζομαι συνηθίζω τον εαυτό μου σε κάτι («ἑνὶ ἱματίῳ δι ἔτους προσεθίζεσθαι», Ξεν.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”